Εάν προσπαθούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό στον όρο αυτοπεποίθηση θα λέγαμε ότι είναι το αίσθημα εκείνο που κάνει έναν αθλητή ή έναν άνθρωπο να νιώθει μεγάλο βαθμό εμπιστοσύνης στον εαυτό του, στο έργο που πρόκειται να εκτελέσει και στα αποτελέσματα που θα έχει σύμφωνα πάντα με τις ικανότητες του. Η αυτοπεποίθηση χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Σε γενική που θεωρείται ως γενικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας ενός ατόμου και σε ειδική κατά περίσταση ή αυτοπεποίθηση κατάστασης.
Ο Bandura, η Harter και η Vealey έχουν αναπτύξει θεωρίες σχετικά με τα μοντέλα της αυτοπεποίθησης και τον αγωνιστικό αθλητισμό.
Για πολλούς αιώνες οι γυναίκες ήταν αποκλεισμένες από τον αγωνιστικό αθλητισμό εξαιτίας της «ιδιαιτερότητας» της γυναικείας φύσης τους η οποία για τους περισσότερους θεωρούνταν ότι δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει σε δύσκολες συνθήκες πρωταθλητισμού. Ήταν μόλις το 1972 όταν στις Η.Π.Α. θεσπίστηκε νόμος να μην γίνονται διακρίσεις μεταξύ γυναικών και αντρών.
Από τότε και ύστερα πολλές έρευνες έχουν διεξαχθεί προκειμένου να μετρήσουν και να καταγράψουν δεδομένα σχετικά με την αυτοπεποίθηση και πώς αυτή εκδηλώνεται στα δύο φύλα.
Τα τελευταία ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι οι γυναίκες επηρεάζονται αρκετά από την φύση και τα χαρακτηριστικά του έργου. Εάν πρόκειται για παράδειγμα να εκτελέσουν ένα έργο με «αντρικά» χαρακτηριστικά (όπως π.χ. body building), το πιθανότερο είναι ότι θα εκδηλώσουν μειωμένη αυτοπεποίθηση σε σχέση με τους άντρες. Ωστόσο αυτό ενέχει και διαφοροποιήσεις μιας και τα τελευταία χρόνια, οι συνθήκες και τα πρότυπα έχουν αλλάξει αφού πια αθλήματα ή αγωνίσματα που ήταν «άβατο» για τις γυναίκες έχουν πια αποκτήσει «άρωμα γυναίκας» και μάλιστα με μεγάλες επιδόσεις (βλ. τριπλούν, ποδόσφαιρο, σφύρα κ.τ.λ.).
Έναν δεύτερο παράγοντα που έχουν εντοπίσει οι επιστήμονες είναι αυτός της σαφήνειας των οδηγιών. Δηλαδή οι γυναίκες φαίνονται να χρειάζονται σαφείς οδηγίες και ανατροφοδότηση σχετικά με το έργο που έχουν να εκτελέσουν προκειμένου να εκδηλώσουν τα ίδια επίπεδα αυτοπεποίθησης σε σχέση με τους άντρες.
Τέλος οι γυναίκες φαίνεται να λειτουργούν με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση όταν βασικός στόχος είναι η συνεργασία και όχι ο ανταγωνισμός. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι προπονητές αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν περισσότερα θέματα με γυναίκες αθλήτριες παρά με άντρες είτε πρόκειται για ατομικά ή ομαδικά αθλήματα.
M.Sc. Ψυχολόγος - Αθλητική Ψυχολόγος
E-mail: frossopatsou@yahoo.gr
Τηλ.: 6982.89.28.32
www.idealpsychology.gr
References
- Bandura, A. (1977). Self-efficacy: Toward a unifying theory of behavioral change. Psychological review, 84, 191-205.
- Bandura, A. (1977). Self-efficacy: The exercise of control. San Francisco, CA: Freeman.
- Harter, S. (1978). Effectance motivation reconsidered: Towards a developmental model. Human Development, 21, 34-64.
- Hatzigeorgiadis, A., & Biddle, S. (1999). The effect of goal orientation and perceived competence on cognitive interference during tennis and snooker performance. Journal of sports behavior, 22, 479-501.
- Vealey, R. S. (1986). Conceptualization of sport-confidence and competitive orientation: Preliminary investigation and instrument development. Journal of Sport psychology, 8, 221-246.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου